λαφάκι

λαφάκι
το оленёнок

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "λαφάκι" в других словарях:

  • λαφάκι — το βλ. ελαφάκι …   Dictionary of Greek

  • αλαφάκι — και λαφάκι, το [αλάφι] το ελαφάκι …   Dictionary of Greek

  • ελαφάκι — και λαφάκι, το μικρό ελάφι …   Dictionary of Greek

  • Κανάκης, Νίκος — (Τσιτάλια Αρκαδίας 1927 –). Εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη Μαράσλειο παιδαγωγική ακαδημία και μετεκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως δάσκαλος σε δημόσια σχολεία και στη συνέχεια ως επιθεωρητής δημοτικής… …   Dictionary of Greek

  • ελαφάκι, το — και (α)λαφάκι, το μικρό ελάφι, το νεογνό του ελαφιού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»